οτιή

οτιή
ὁτιή και ὅτι ἤ (Α) [ότι]
(σύνδ.)
1. (συν. στους κωμικούς αντί τού αιτιολογικού ὅτι) διότι, επειδή
2. (σπαν. αντί τού ειδικού ὅτι) ότι, πως
3. (σε ερωτήσεις με το τί) ὁτιὴ τί
γιατί έτσι;

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ὁτιή — because indeclform (conj) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”